Γράφει ο Στέφανος Τελιωρίδης, Co-founder & εκπρόσωπος της ελληνικής τουριστικής πλατφόρμας ibnb.gr

Έντονη κινητικότητα παρατηρείται το τελευταίο διάστημα από τον κρατικό μηχανισμό να ελέγξει την ταχύτατα αναπτυσσόμενη τουριστική βραχυχρόνια μίσθωση. Πριν μερικές ημέρες, είδαμε στο φορολογικό νομοσχέδιο την πρόβλεψη επιβολής “τσουχτερών προστίμων”, αλλά και ηλεκτρονικών διασταυρώσεων φορολογικών στοιχείων προηγούμενων ετών. Πρόκειται για ενέργειες που αποσκοπούν στη δημιουργία της κοινής πεποίθησης ότι κάτι αλλάζει στο χώρο. Καθώς φαίνεται, επιχειρείται η αυστηροποίηση της εφαρμογής της φορολογικής – και όχι μόνο – νομοθεσίας.
Ωστόσο, οι επαγγελματίες του κλάδου, τόσο οι διαχειριστές καταλυμάτων, όσο και οι ξενοδόχοι και οι ιδιοκτήτες ενοικιαζόμενων δωματίων, δεν έχουν πειστεί ακόμα ότι οι ενέργειες αυτές γίνονται προς τη σωστή κατεύθυνση και ότι θα ικανοποιήσουν το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Περισσότερο υπάρχει η αίσθηση ότι θα οδηγήσουν σε όξυνση του ήδη εντονότατου ανταγωνισμού, που συχνά αγγίζει τα όρια του αθέμιτου.
Οι ανακοινώσεις
Διαβάσαμε, πρόσφατα, ότι πρόκειται να νομοθετηθεί η δυνατότητα της Φορολογικής Διοίκησης να ζητά εντός προθεσμίας, με έγγραφο ή ηλεκτρονικό αίτημα, από κάθε διαχειριστή ψηφιακής πλατφόρμας, η οποία δραστηριοποιείται στην οικονομία του διαμοιρασμού, ανεξάρτητα από το εάν αυτή έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα ή όχι, οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο σχετικά με πρόσωπα που χρησιμοποιούν την πλατφόρμα ως πωλητές, για τα οποία προκύπτουν ή μπορεί να προκύψουν φορολογικές υποχρεώσεις στην ημεδαπή.
Μα αυτή η δυνατότητα δεν υπάρχει ήδη;
Και εξηγούμαι:
Η Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα που έχει θέσει σε εφαρμογή η Α.Α.Δ.Ε. στο πλαίσιο του Γενικού Κανονισμού της ΕΕ για την Προστασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, καθορίζει τον τρόπο και τις πηγές άντλησης δεδομένων από την εν λόγω ανεξάρτητη αρχή. Είναι σαφές ότι η ΑΑΔΕ αντλεί πληροφορίες σχετικές με την άσκηση των αρμοδιοτήτων της από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, διωκτικές, δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, επιχειρήσεις ιδιωτικής ασφάλισης, ιδιωτικά θεραπευτήρια, ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, εταιρίες σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, εταιρίες παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και ύδρευσης, δηλαδή από σωρεία φορέων, δημοσίου αλλά και ιδιωτικού δικαίου.
Σημειωτέον ότι στη νομοθεσία από παλιότερα προβλεπόταν η υποχρέωση τρίτων να παρέχουν πληροφορίες στις φορολογικές αρχές, όταν αυτές ζητούνται.
Ωστόσο, οι νέες διατάξεις αναβαθμίζουν το ρόλο των «ενδιάμεσων τρίτων», εκχωρώντας τους αρμοδιότητες αμιγώς ελεγκτικές. Αρμοδιότητες που ανήκουν στον κρατικό μηχανισμό.
Ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας αλλά και άλλα ειδικά νομοθετήματα επιχειρούν μια συστηματοποίηση για τον τρόπο συλλογής πληροφοριών από τρίτους– εν προκειμένω, από τις πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης – εντός σύντομου χρονικού διαστήματος. Προβλέπουν επίσης τη δυνατότητα άρσης κάθε φύσης επαγγελματικού απορρήτου.
Σίγουρα πρόκειται για σημαντικές καινοτομίες προς την κατεύθυνση της φορολογικής μεταρρύθμισης. Αλλά ταυτόχρονα θα αποτελέσουν τροχοπέδη στην απρόσκοπτη άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας των επαγγελματιών του κλάδου της τουριστικής βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Η αντιπρόταση
Προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι θα έπρεπε, εναλλακτικά, να νομοθετηθεί, εντός ενός ειδικότερου πλαισίου, η υποχρέωση της εκάστοτε πλατφόρμας να ορίσει ως υποχρεωτικά τα πεδία Αριθμού Μητρώου Ασφαλισμένου και Ειδικού Σήματος Λειτουργίας. Επιπλέον να απενεργοποιεί τις υπάρχουσες καταχωρήσεις που δεν έχουν συμπληρώσει τα συγκεκριμένα πεδία. Και φυσικά να απαγορεύει τη δημιουργία νέων καταχωρήσεων χωρίς τα πεδία αυτά.
Επίσης, σε περίπτωση δήλωσης πλαστών, παραποιημένων ή ψευδών στοιχείων, διαπράττεται σωρεία ποινικών αδικημάτων. Αυτά θα μπορούν να εντοπιστούν με τεχνικά μέσα, με τη συνδρομή της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.
Έτσι, καταλήγουμε στο ενδιαφέρον ερώτημα κατά πόσο αξίζει, στο βωμό της φορολογικής διαφάνειας, να επωμιστούν όλες οι πλατφόρμες, συνεργαζόμενες πάντα με τον κρατικό μηχανισμό και τις αρμόδιες κατά περίπτωση δημόσιες ελεγκτικές υπηρεσίες, το βάρος της άσκησης των συγκεκριμένων ελεγκτικών αρμοδιοτήτων, με ό,τι αυτή θα συνεπάγεται για την εύρυθμη λειτουργία τους. Ειδικά αν λάβουμε υπόψη και την πρόσφατη απόφαση της Airbnb στη Γαλλία.
Μήπως τα έσοδα που προσδοκά να αποκομίσει το κράτος με τις υπό συζήτηση πρακτικές, τελικά θα τα χάσει λόγω της συρρίκνωσης του κύκλου εργασιών των πλατφορμών;
Την απάντηση την αφήνω σε εσάς και ίσως να μην είναι τόσο εύκολη.