Τα προηγούμενα χρόνια, ένα σημαντικό μερίδιο ευθύνης στην αύξηση των αφίξεων στην Ελλάδα είχε και η κατάρρευση της αγοράς της Τουρκίας. Αν και το Υπουργείο Τουρισμού πανηγύριζε για τα συνεχόμενα ρεκόρ αφίξεων, οι επιχειρηματίες του τουρισμού προειδοποιούσαν ότι όταν η Τουρκία επανέλθει, το ράλι για την Ελλάδα θα σταματήσει. Και ζητούσαν από την τουριστική πολιτική ηγεσία να λάβει μέτρα.
Η Τουρκία λοιπόν επανέρχεται. Ήδη από φέτος οι κρατήσεις της είναι αυξημένες. Και αντίστοιχα στην Ελλάδα ο ρυθμός αύξησης των αφίξεων παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη συγκράτηση.
Αυτό όμως δεν είναι απαραίτητα κακό.
Αφενός γιατί η Τουρκία, λόγω των πολύ χαμηλών τιμών των πακέτων, απορροφά τουρίστες χαμηλών εισοδημάτων. Έτσι δίνεται η δυνατότητα στην Ελλάδα να στοχεύσει σε υψηλότερα εισοδήματα που μπορούν να αποφέρουν περισσότερα έσοδα. Αυτό λοιπόν είναι μια πρόκληση και ένα στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί. Το θέμα είναι τι τουρισμό θέλουμε.
Αφετέρου γιατί, όταν υπάρχει ανταγωνισμός σε μια ευρύτερη περιοχή, αυτή τείνει να προσελκύει τελικά μεγαλύτερο αριθμό τουριστών.
Και τέλος γιατί η κρουαζιέρα σε αυτή την άκρη της Μεσογείου μπορεί να αναπτυχθεί μόνο αν υπάρχουν διαθέσιμοι πολλοί προορισμοί για να προσεγγίσουν τα κρουαζιερόπλοια. Για τις εταιρείες κρουαζιέρας, το Αιγαίο είναι βασικά ένας ενιαίος προορισμός και δεν το χειρίζονται ως δύο διαφορετικά κράτη. Τους συμφέρει να συμπεριλάβουν στο πρόγραμμά τους Μύκονο, Σαντορίνη και άλλα αιγαιοπελαγίτικα νησιά αλλά και Κουσάντασι, Μαρμαρίδα, Κωνσταντινούπολη. Με τον τρόπο αυτό προσφέρουν πιο πλούσιο πρόγραμμα στους πελάτες τους και εξοικονομούν κόστος καυσίμων λόγω των κοντινών αποστάσεων.
Τα πρώτα σημάδια για φέτος
Η περίοδος του Πάσχα αποτελεί πάντα το πρώτο crash test της σεζόν. Φέτος μάλιστα που έπεσε αρκετά αργά την άνοιξη και με μόλις μια εβδομάδα διαφορά με το Πάσχα των Καθολικών, τα σημάδια είναι ακόμα πιο σαφή.
Οι κρατήσεις πάνε καλά. Όχι όσο καλά θα ήθελαν οι ξενοδόχοι. Δηλαδή δεν θα δουν φέτος αύξηση στις κρατήσεις τους. Ίσως μάλιστα και κάποιες περιοχές να δουν μικρή μείωση.
Όμως ένα βασικό στοιχείο είναι ότι δεν έχουν ρίξει τις τιμές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Αθήνα, το πρώτο τρίμηνο του 2019, τα ξενοδοχεία δεν άλλαξαν καθόλου τις τιμές τους σε σχέση με πέρυσι, όπως αναφέρεται στα μηνιαία δελτία της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής & Αργοσαρωνικού και τη σχετική ανάλυση που πραγματοποιεί η GBR Consulting.
Βέβαια, ειδικά στην Αθήνα, οι κρατήσεις των ξενοδοχείων είναι μειωμένες (-6,8% η πληρότητα το α’ τρίμηνο) ενώ τα έσοδα ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPAR) είναι ισόποσα μειωμένα.
Την ίδια ώρα, το αεροδρόμιο της Αθήνας σημειώνει αυξημένες αφίξεις της τάξης του 14,1%. Είναι προφανές ότι αυτούς τους τουρίστες τους απορροφούν τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης. Τα οποία έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στην τιμολογιακή τους πολιτική –ειδικά μάλιστα αυτό το α’ τρίμηνο του έτους. Όμως και αυτοί δεν θα πρέπει να πανικοβάλλονται και να ρίχνουν τις τιμές. Επιπλέον, η ποιότητα των καταλυμάτων αυτών στην πρωτεύουσα είναι από τις υψηλότερες παγκοσμίως.
Αυτό σημαίνει δύο πράγματα:
- Οι τουρίστες μένουν ευχαριστημένοι και είτε θα διαφημίσουν τον προορισμό όταν επιστρέψουν στη χώρα τους είτε θα τον ξαναεπισκεφθούν οι ίδιοι.
- Τα χρήματα που εξοικονομούν από τη διαμονή τους τα διαθέτουν στην τοπική αγορά.
Τουρίστες υψηλότερων εισοδημάτων
Παράγοντες του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών σημειώνουν ότι φέτος οι καταστηματάρχες του κέντρου είδαν ότι οι αλλοδαποί τουρίστες του Πάσχα ξόδευαν πολύ περισσότερα. Να σημειωθεί ότι πρόκειται για καταστηματάρχες του εμπορικού κέντρου, που δραστηριοποιούνται πολλά χρόνια και που απασχολούνται οι ίδιοι στα καταστήματα. Άρα έχουν ένα αξιόπιστο μέτρο σύγκρισης.
Τι τουρισμό θέλουμε
Άρα το ερώτημα «τι τουρισμό θέλουμε» επανέρχεται. Θέλουμε τουρίστες που να έρχονται με «κλειστά» πορτοφόλια και τα τουριστικά έσοδα να περνούν κατά κύριο λόγο μέσα από τα ξενοδοχεία; Ή θέλουμε τουρίστες που να διαχέουν τον διαθέσιμο ταξιδιωτικό τους προϋπολογισμό σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας;
Αν η τουριστική ηγεσία της χώρας δεν απαντήσει πρώτα σε αυτό το ερώτημα, όποιες αποφάσεις για μέτρα, περιορισμούς και ρυθμίσεις πάρει, θα είναι εφήμερες, αναποτελεσματικές και μόνο κακό θα κάνουν μακροπρόθεσμα στο τουριστικό μας προϊόν.
Αλλά και οι ξενοδόχοι θα πρέπει να προσαρμοστούν στις νέες τάσεις της αγοράς. Αν θέλουν να βλέπουν τα έσοδά τους να αυξάνουν, θα πρέπει να δημιουργήσουν νέα προϊόντα που ενδιαφέρουν τους σύγχρονους τουρίστες και παράλληλα να στοχεύσουν στην προσέλκυση τουριστών υψηλού εισοδηματικού επιπέδου.
Και τέλος οι ιδιοκτήτες καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι πλέον αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του τουριστικού προϊόντος, με την όποια ευθύνη συνεπάγεται αυτό στη διαμόρφωση της εικόνας του τουριστικού προορισμού. Άρα οφείλουν να παρέχουν υποδομές και υπηρεσίες υψηλού επιπέδου και οι τιμές τους θα πρέπει να κινούνται αναλόγως.
Η φετινή χρονιά είναι μια χρονιά κρίσιμης καμπής για τον ελληνικό τουρισμό. Όλοι οφείλουν να δουν τη «μεγάλη εικόνα» και να μην κινηθούν με γνώμονα τα κέρδη του πολύ άμεσου μέλλοντος. Μόνο τότε ο ελληνικός τουρισμός έχει την ελπίδα να σταθεί επάξια στον ανταγωνισμό.